Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010

Το ρεμπέτικο τραγούδι


Ο Μάρκος Βαμβακάρης για την επιτροπή λογοκρισίας:
''Με φώναξαν στη λογοκρισία και μου είπαν:' 'θα σταματήσεις από αυτό το γράψιμο, δεν θα γράψεις τέτοια πράγματα''.
Στις αρχές μου έδιναν οδηγίες εμένα και μου έλεγαν ''Μάρκο πρέπει να γράψεις καλύτερα. Κι αν δεν μπορείς, να τα φέρεις εδώ να στα γράψουμε εμείς''... Έφτιαξα διαφορετικά το γράψιμό μου τότες, συμμορφώθηκα και δεν πήγα σ' αυτούς... Δηλαδή αυτοί τα λόγια κυνηγάνε, δεν τους νοιάζει για τη μουσική."....
''Τραγούδια του Ελληνικού λούμπεν-προλεταριάτου των αστικών κέντρων'' έγραψε κάποτε για το ρεμπέτικο τραγούδι ο Ολιβιέ Ρεβώ ντ'Αλλόν, στο βιβλίο του ''Η Καλλιτεχνική Δημιουγία και οι Υποσχέσεις της Ελευθερίας''. Η αλήθεια είναι,οτι συγκεκριμένος και αποδεκτός ορισμός του ρεμπέτικου δεν υπάρχει. Καποιοι τα χαρακτηρίζουν απλά τραγούδια, τραγουδισμένα από απλούς ανθρώπους.Ο πιο γοητευτικός ίσως ορισμός δόθηκε δια στόματος Γιώργου Ροβερτάκη(ρεμπέτης). ''Το ρεμπέτικο γράφτηκε από ρεμπέτες για ρεμπέτες. Ήταν εκείνος που έχει ένα σεκλέτι και το' ριχνε έξω''.
Ο εννοιολογικός προσδιορισμός της λέξης''ρεμπέτικα'' έχει επίσης πολλές εκδοχές. Η πιο διαδεδομένη είναι ο,τι προέρχεται από την τούρκικη λέξη «ρεμπέτ» που θα πεί ατίθασος, ανυπόταχτος. Υπάρχει ομως και η άποψη που θέλει τη λέξη να προέρχεται από το ελληνικότατο «ρεμπετός» που ερμηνεύεται''ο αναιτίως περιπλανώμενος. Ο μποέμ δηλαδή, ο αδιάφορος, ο ξεπεσμένος. Όπως και να 'χει το μουσικό αυτό είδος σφράγισε την έκφραση του μουσικού φολκλόρ των αστικών κέντρων κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών του 19ου αιώνα ως το 1950-60.
Η περίοδος της γέννησης και της εξάπλωσης του ρεμπέτικου τραγουδιού συμπίπτει με τη φάση της ανάπτυξης της βιομηχανικής κοινωνίας στην Ελλάδα που είχε ως αποτέλεσμα τη συγκέντρωση πληθυσμού γύρω από τα αστικά κένρα. Ειδικότερα, τα τραγούδια αυτά των στρωμάτων που ζούσαν στα πέριξ των αστικών κέντρων ήταν η έκφραση της άμυνάς τους απέναντι στον αποκλεισμό τους από τα κυρίαρχα στρώματα εκείνης της εποχής. Μια προσπάθεια για κοινωνική ταυτότητα, για επιβίωση, για συνέχιση της ύπαρξής τους. Χώρος της αρχικής διαμόρφωσης του ρεμπέτικου ήταν οι φυλακή και ο τεκές. Ο ανερχόμενος όμως καπιταλισμός, στο δρόμο για τη βιομηχανοποίηση, καθώς και το κύμα των προσφύγων της Μικρασιατικής καταστροφής που προστέθηκε στις τάξεις του «περιθωρίου» της ελληνικής κοινωνίας έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην εξάπλωσή του και σε ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.
Οι μουσικές ρίζες του ρεμπέτικου ανάγονται στη Βυζαντινή Εκκλησιαστική μουσική και στο δημοτικό τραγούδι της Μ.Ασίας και των νησιών του Αιγαίου. Επίσης έχει δεχτεί επιδράσεις από αραβικούς, περσικούς και ινδικούς μουσικούς ρυθμούς. Ένας Έλληνας μουσικολόγος είπε ότι το πιο σωστό πράγμα που θα μπορούσε να λεχθεί για τα ρεμπέτικα είναι ότι ανήκουν στην ανατολική Μεσόγειο.
Τα ρεμπέτικα τραγούδια δεν βασίζονται σε κλίμακες αλλά σε τροπικούς τύπους. Οι παλιοί μουσικοί χρησιμοποιούσαν τη λέξη «μακάμ» για τους τύπους αυτούς, αλλά λίγο αργότερα τους έδωσαν το όνομα δρόμοι. Η λέξη ταξίμ εξελληνίστηκε σε ταξίμι, όρος που δηλώνει τις αυτοσχέδιες εισαγωγές των τραγουδιών, όπου ο μουσικός ερευνά το δρόμο που είναι γραμμένο το τραγούδι. Το τραγούδι αρχίζει, ως γνωστόν, με μια εισαγωγή σόλο μπουζούκι και μετά μπαίνει η φωνή και τα άλλα συνοδευτικά όργανα (μπαγλαμαδάκι, κιθάρα, ακορντεόν, δεύτερο μπουζούκι, τουμπερλέκι κ.τ.λ.). Ο οργανοπαίχτης δεν ακολουθεί συγκεκριμένους κανόνες για το μουσικό αυτοσχεδιασμό παρά μονάχα το δρόμο που ο ίδιος έχει διαλέξει.
Μόνο 30 χρόνια βάσταξε η ακμή του καθεαυτού ρεμπέτικου τραγουδιού, όπου διακρίνουμε 3 εποχές:
Στη πρώτη δεκαετία κυριάρχησε το σμυρναίικο στυλ και κανείς από τους τότε γνωστούς συνθέτες.
Στη δεύτερη περίοδο τα ούτια έδωσαν τη θέση τους στους μπουζουκομπαγλαμάδες και οι σμυρνιές τραγουδίστριες των καφέ αμάν στους σέρτικους τραγουδιστές των τεκέδων. Τότε ήταν που το ρεμπέτικο αποκάλυψε τον αγνό κόσμο του περιθωρίου. Στη δεύτερη και χρυσή περίοδο του ρεμπέτικου δεσπόζει ο σεβάσμιος Μάρκος Βαμβακάρης και δίπλα του ο Τούντας, ο Μπαγιαντέρας, ο Μπάτης, ο Παγιουμτζής, ο Χατζηχρήστος, ο Περιστέρης, ο Παπαϊωάννου.
Τέλος η τρίτη περίοδος είναι η εποχή που ο Τσιτσάνης μας έδωσε τα καλύτερά του τραγούδια, που ο Μάρκος τραγούδησε Τσιτσάνη και ο Χιώτης 'επαιζε μπουζούκι. Ο Βασίλης Τσιτσάνης είναι ο μάγος εκείνης της εποχής, ο οποίος μετέβαλε το ρεμπέτικο σε λαϊκό.
Οι πρώτες εγγραφές σε δίσκους έγιναν στην Αμερική από Έλληνες μετανάστες. Στην Ελλάδα έγιναν το 1922 σε συνθήκες πρωτόγονες. Μέχρι το 1933 η κακή φήμη που είχε αποκτήσει το μπουζούκι απέτρεπε τις δισκογραφικές εταιρείες να γυρίσουν δίσκο με αυτό το όργανο. Ώσπου το μινόρε του Χαλκιά ανέτρεψε όλες τις προκαταλήψεις. Το ρεμπέτικο δεν θα μπορούσε, φυσικά, να μην περάσει από λογοκρισία κατά την περίοδο της Μεταξικής δικτατορίας. Δεκάδες τραγούδια δεν κυκλοφόρησαν. Ήταν όμως γνωστά στα στέκια των ρεμπετάδων και έτσι κάποιοι «έξυπνοι» συνθέτες τους άλλαξαν στίχο και τα πέρασαν στη δισκογραφία ως δικά τους. Η λογοκρισία, πέρα από τη διάλυση που επέφερε στο γνήσιο ρεμπέτικο, είχε ως αποτέλεσμα από το 1936 και μετά οι στίχοι να μιλάνε πια για την αγάπη, τη ζήλεια, τη ξενητειά. Πέρα απ' αυτό τα οργανικά μέρη των τραγουδιών έγιναν πιο μικρά και περιορίστηκε ο αυτοσχεδιασμός των μουσικών. Το ρεμπέτικο έσβηνε.
Δυο άνθρωποι στη δεκαετία του 40 βοήθησαν στην εξάπλωση και την αποπεριθωριοποίηση του ρεμπέτικου. Ο Τσιτσάνης και ο Μάνος Χατζιδάκης. Ο πρώτος έγραψε καταπληκτικά τραγούδια και ο δεύτερος, αστός και ο ίδιος, γνώρισε το ρεμπέτικο στους αστικούς κύκλους, που κυριολεκτικά εισέβαλαν στη λαϊκή ταβέρνα. Παράλληλα όμως εμφανίστηκαν αετονύχηδες συνθέτες που κατέκλυσαν την αγορά με τραγούδια Τουρκικής, Αραβικής και Ινδικής προέλευσης. Ήταν το φαινόμενο «Ινδοκρατία» με εκφραστές τον Καζαντζίδη που τραγουδούσε και στα τούρκικα, την Καίτη Γκρέϋ, τη Μαρινέλλα, το Γαβαλά κ.ά.
Σήμερα το ρεμπέτικο τραγούδι δεν υπάρχει.Στη θέση του είναι το λαϊκό. Ο Μιχάλης Γενίτσαρης, από τους τελευταίους ρεμπέτες, το έχει τονίσει: ''Δεν θα γράψουν και δεν θα παίξουν ποτέ πραγματικό ρεμπέτικο. Δεν ξέρουν να κουρδίσουν τα όργανά τους όπως εμείς''. Υπάρχει βέβαια και μια κατηγορία μουσικών(Ρασούλης, Ξυδάκης, Παπάζογλου, Μπακιρζτής) που μέσα από ρυθμούς, ήχους, δρόμους, μακάμ, μουσικές σχολές της Ανατολικής μεσογείου μπολιασμένες από δυτικές μουσικές σκάλες, προσπαθούν να δημιουργήσουν καινούργια τραγούδια και διαφορετικό στίχο, που να εκφράζει την εποχή μας, όποια κι αν είναι.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ στην κα. Κόλλια για όλο το υλικό.
Rebetiko.gr - Ένα πολύ καλό site για το ρεμπέτικο τραγούδιlamkar





Δεν υπάρχουν σχόλια: